Η γωνιά του παραμυθιού
Οι μαθητές του Νηπιαγωγείου μας έγραψαν για σας ένα παραμύθι το οποίο το ζωγράφισαν κιόλας.
ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΜΑΣ |
Ο Ορφέας πήρε το σκύλο του και πήγε βόλτα στο δάσος να κόψει λουλούδια και να παίζει με το σκύλο του. |
Φάγανε, ξεκουραστήκανε από το παίξιμο, βάλανε τη μπάλα στο καλάθι του ποδηλάτου και τρέχανε με το ποδήλατο, κάνανε αγώνες. Το παιδί με το ποδήλατο και ο σκύλος μόνος του. |
Ξαφνικά βγήκε ένας λύκος και αρχίσανε να τρέχουνε. Τους ήρθε μυρωδιά από καπνό. Είδανε ότι ήταν φωτιά. Το δάσος καιγότανε. |
Ο Ορφέας έτρεξε με το σκύλο του να πάρει τηλέφωνο την πυροσβεστική για να σβήσει τη φωτιά. Κάηκε πολύ δάσος κι ένας πυροσβεστικός κάηκε. Ο κακός λύκος κάηκε κι αυτός. Είχε καμένη ουρά και καμένα πόδια. |
Ήρθε το ασθενοφόρο και πήρε τον πυροσβεστικό. Τα δέντρα πέσανε, τα ζώα τρέξανε να μην καούνε, τα πουλάκια πετάξανε κι αυτά στον ουρανό για να γλιτώσουν. Όλα ήταν μαύρα. |
Ο Ορφέας ήταν στενοχωρημένος γιατί καήκανε τα δέντρα, τα ζώα και ο πυροσβεστικός. Αλλά ήταν και χαρούμενος γιατί ειδοποίησε αυτός την πυροσβεστική. |
Το δάσος είναι όμορφο και δεν πρέπει να το καίμε. Το δάσος μας δίνει οξυγόνο και μας γλιτώνει από τις πλημμύρες, πηγαίνουμε παίζουμε, ξεκουραζόμαστε, σκαρφαλώνουμε στα δέντρα, παίζουμε κρυφτό, κυνηγητό. Παίρνουμε τα ξύλα. Από τα δέντρα φτιάχνουμε το χαρτί. |
Χριστούγεννα 2000
Οι
μαθητές του Νηπιαγωγείου μας σας εύχονται
"Χρόνια
πολλά"
μ'
ένα παραμύθι που έγραψαν και ζωγράφισαν για σας.
ΜΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ (Ο Αϊ-Βασίλης φέτος αρρώστησε) |
Μια φορά κι έναν καιρό ο Αϊ-Βασίλης ήτανε πολύ λυπημένος γιατί ήθελε να πάει στα παιδιά δώρα, αλλά ήταν άρρωστος, είχε πυρετό και καθότανε στο κρεβάτι κι έπινε το φάρμακό του, την ασπιρίνη του, την πορτοκαλάδα του και το νερό του. Αν δε γινότανε καλά δε θα μοίραζε στα παιδιά όλου του κόσμου δώρα. |
Μόλις του πέρασε λίγο ο πυρετός, βγήκε έξω να ετοιμάσει τα ζώα του για να πάει να μοιράσει παιχνίδια στα παιδιά. |
Ξεκίνησε με το βοηθό του τον κύριο ’ξιονμαν για να μοιράσει δώρα, αλλά στο δρόμο ο ’ξιονμαν έσπασε το πόδι του και ήρθε ένας γιατρός και τον πήγε στο σπίτι. |
Τότε ο Αϊ-Βασίλης έμεινε μόνος με την κοκκινοσκουφίτσα και τον λύκο και τον κούνελο. Πήγανε να πάρουν έναν άντρα τον Μούγκο που έχει ένα δόντι στραβό και μια μεγάλη μύτη για να μοιράσει τα δώρα. Ο Μούγκο ξαφνικά έπιασε ψάρια και έδωσε στον Αϊ-Βασίλη που πείναγε. |
Η ώρα περνούσε, έγινε πρωί και δεν είχανε μοιράσει ακόμα τα δώρα. Τρέχανε να προλάβουν, όμως τα παιδιά είχανε σηκωθεί και βλέπανε Μίκυ Μάους. Έτσι λοιπόν φύγανε στην Καισάρεια χωρίς να μοιράσουν δώρα. |
Τα παιδιά ήταν στενοχωρημένα που δεν πήραν το δώρο τους και ο Αϊ-Βασίλης τους έστειλε ένα γράμμα που έλεγε ότι όλα τα δώρα τους τα έδωσε στα φτωχά παιδάκια γιατί ήταν άρρωστος την Πρωτοχρονιά και δεν πρόλαβε να τα μοιράσει. Μην ανησυχείτε, τα δώρα σας θα τα βρείτε στο σχολείο όταν πάτε. |
Η κοκκινοσκουφίτσα ρώτησε τον Αϊ-Βασίλη αν
μπορεί να μείνει μαζί του και της είπε "ναι". Ο κούνελος τον ρώτησε
και του είπε "όχι , να πάρεις το αεροπλάνο και να πας στη χώρα
σου". Έτσι, έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. |
2
Απριλίου 2001. Ημέρα αφιερωμένη στο παιδικό βιβλίο.
ΟΙ ΖΑΒΟΛΙΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΤΙΝΑΣ |
Ο Νίκος αρρώστησε και ήρθε ο γιατρός και του έκανε μια ένεση και πόνεσε πολύ. Του είπε να πάρει αυτό το φάρμακο και να τρωει πολλά φρούτα. Η μαμά του και ο Νίκος πήγανε να πάρουνε μπανάνες, πορτοκάλια, μήλα, φρούτα και λάχανα στη λαϊκή. Μαζί τους πήγε και η γάτα τους η Γρατίνα που ήταν κακή φίλη γιατί έκανε ζημιές. |
Η Γρατίνα έφυγε από το Νίκο και πήγε στο νερό. Βούτηξε για να βρει κανένα ψάρι. Δεν βρήκε κανένα ψάρι, ξαναγύρισε στη λαϊκή και πήγε κρυφά- κρυφά στους ψαράδες και έφαγε ένα τεράστιο ψάρι που είχε μια καρφωτή μύτη. |
Οι ψαράδες πήγανε να την πιάσουν. Την κυνηγήσανε αλλά η γάτα τρέχοντας βούτηξε στο νερό και έγινε σα βρεγμένη γάτα. Ο ψαράς έπεσε στο νερό κι ένα ψάρι του δάγκωσε τη μύτη. |
Ο Νίκος με τη μαμά του γύρισε με τα ψώνια στο σπίτι. Η γάτα όμως δεν ήρθε. Ο Νίκος έψαχνε για τη γάτα. Έψαξε στον κήπο, κάτω από το κρεβάτι του αλλά δεν την βρήκε ούτε στην κουζίνα. Μετά την είδε στο παράθυρο μουσκεμένη και φοβισμένη. |
Ο Νίκος την γάτα την πήρε αγκαλιά, τη μάλωσε και μετά την χάιδεψε, έπαιξε μαζί της μ' ένα κουβάρι που το ξετύλιγε. Μετά έπαιξε με μια μπάλα και έσπασε το ποτήρι. Ο Νίκος της είπε δεν πειράζει ένα ποτηράκι έσπασες. |